Προσκύνα τους αρνητές, προσκύνα τους διωγμένους, προσκύνα το ηθικό και αγέρωχο ανθρώπινο βλέμμα, το βλέμμα του αγώνα και της αγάπης, το βλέμμα που ονειροπολεί λίγο πριν και από το θάνατο

Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου 2015

ΑΙΛΑΝ ΚΑΙ ΓΚΑΛΙΠ

Σε ότι αναφέρω σε αυτό το κείμενο η αλήθεια είναι ότι θα είμαι λίγο μεταφυσικός. Λίγο επειδή η ηλικία μου δεν είναι τέτοια ώστε να χρησιμοποιώ το αντίστοιχο λεξιλόγιο, μα πολύ περισσότερο εξαιτίας της δυστυχίας μου να βρίσκομαι σε μία υπαρξιακή κατάσταση στην οποία αμφιβάλω αν διαθέτω τη δυνατότητα παραγωγής αντίστοιχων σκέψεων. Η πραγματικότητα μου όμως ωχριά μπροστά σε τέτοιες υπερβάσεις οπότε ας μου δοθεί το ελεύθερο να καταλύσω τους φυσικούς νόμους.
Νοιώθω πιασμένος έτσι όπως είμαι ξαπλωμένος στην παραλία μα η αλήθεια είναι ότι υπομένω ενσυνείδητα, για να ανταμειφτώ συλλογικά για την ατομική μου καρτερικότητα. Κάθε φορά που έπιανα στα χέρια μου τη μεσόγειο αυτό το αίσθημα της αλμυρής ιστορίας και του χαδιού του ατλαντικού ωκεανού πλημμύριζε με όμορφες αισθήσεις το παιδικό μου σώμα. Άλλωστε κάθε εκδρομή στην παραλία ήταν μια ευκαιρία για εμένα να στιγματίσω την άμμο με τις πατούσες μου, να χαράξω στην αμμουδιά πολιτείες ψεύτικες για την πεζότητα των ενηλίκων, να μετασχηματίσω τον δηλητηριασμένο υλικό κόσμο σε άυλο παράδεισο μέσα από την αθώα μου φαντασία. Και στο τέλος αποκαμωμένος, εκστασιασμένος με τη δημιουργικότητα μου, άφηνα ελεύθερα τα όρια του σώματος μου να συμμαχούν και να συγχωνεύονται με την απτικές παρακλήσεις της θάλασσας.  Έκλεινα τα μάτια κάτω από τον καυτό ήλιο και ένοιωθα το νερό, να με ταξιδεύει πίσω στην εποχή της μήτρας, να με περικλείει και να με προστατεύει. Ενώ τώρα είναι ίσως η πρώτη φορά που νοιώθω τα κύματα να σφυρηλατούν τόσο επώδυνα το σώμα μου, να ειρωνεύονται κάθε παιδική μου αντοχή, να αφουγκράζονται τον ακίνητό μου θώρακα που ακόρεστος έχει απομείνει.  
Υπερβατικά νοιώθω ένα παιδικό χέρι να αγγίζει το ακατάδεκτο δικό μου. Υπερβατικά νοιώθω ένα τρεμάμενο χέρι να με χαϊδεύει στο παγωμένο μου μάγουλο. Αισθάνομαι μια εξωτερική ανάσα να επιχειρεί να αναστήσει το εσωτερικό μου τέλος αλλά το τέλος είναι οριστικό. Μα το παιχνίδι δεν πρέπει να έχει τέλος. Και το παιδικό χέρι πρέπει να στραγγίξει ξανά το νερό μέσα στις παλάμες του και να με ποτίσει με το δικό του χαμόγελο. Πρέπει να σχεδιάζει ξανά πάνω στο χώμα με τα ελπιδοφόρα του νύχια και να με ταΐσει με το δικό του ιδρώτα. Και τα παιδικά πόδια πρέπει να ξανά να αφήσουν αποτύπωμα στην αμμουδιά και να με σηκώσουν με τα δικά τους άλματα. Και το παιδικό σώμα πρέπει ξανά να κυλιστεί μέσα στα λασπόνερα και να με αναστήσει με τη δική του αναπνοή.    
Ένα μόνο ζητώ. Να μη γίνω μια εικόνα όμορφη, αγνή και εν τέλει στον κόσμο που ζούμε λησμονημένη. Να μην περιτριγυρίζομαι από όμορφα χρώματα, από ευγενικά πρόσωπα και εύηχα τραγούδια. Θέλω εδώ να μείνω στην παραλία, με τα μούτρα γυρισμένα στον σκληρό κόσμο που με καταδίκασε, να αφεθώ να λιώσω, να αφεθώ στην μυρωδιά του θανάτου που θα αντανακλά καλύτερα την οσμή όλου του κόσμου, να γίνω μέχρι τέλους σύμβολο παρακμής και τραγωδίας,  να σαπίσω οριστικά μήπως τότε κάποιοι αποφασίσουν να κοιτάξουν βαθύτερα, μακροχρόνια, αυτοκριτικά, λυτρωτικά. Να βλέπουν τις συνέπειες των πράξεών τους στο παιδικό μου σώμα, να παρομοιάζουν την εξωτερική μου φθορά με την εσωτερική δική τους. Αφήστε με να σαπίσω μαζί με την κοινωνία. Μη κρύψετε το αποκρουστικό θέαμα στο οποίο μετατρέψατε τα σπινθηροβόλα μάτια μου. Μόνο τότε θα υπάρξει ελπίδα να αναστηθώ πλάι σε μια ανθρωπότητα που θα έχει κοιτάξει τις συνέπειες της δράσης της μέχρι τέλους. Μόνο τότε θα ξαναγεμίσουν οι παραλίες χωρίς ενοχές, με παιδικά σώματα λουσμένα από το φως του ήλιου, με παιδικά χαμόγελα γεμάτα χαρά και παιδικούς θώρακές πλημμυρισμένους με ανάσες.