Προσκύνα τους αρνητές, προσκύνα τους διωγμένους, προσκύνα το ηθικό και αγέρωχο ανθρώπινο βλέμμα, το βλέμμα του αγώνα και της αγάπης, το βλέμμα που ονειροπολεί λίγο πριν και από το θάνατο

Κυριακή 23 Αυγούστου 2015

ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένας τουρίστας, δεν έχει σημασία αν είναι Έλληνας ή αλλοδαπός γιατί η ουσία του πράγματος βρίσκεται αλλού και εν κατακλείδι η συμπεριφορά είναι παρόμοια. Ο συνηθισμένος αυτός τουρίστας (αν αντιληφθείτε στοιχεία του μέσα σας, δε φταίω εγώ που τα αναφέρω αλλά εσείς που θα τα αναγνωρίσετε) απηυδισμένος από το τσιμέντο της πόλης και από το καθημερινό καυσαέριο στους πνεύμονές του, αποφάσισε να πάει διακοπές σε ένα περιβάλλον φυσικό, σε ένα περιβάλλον αμόλυντο, να του θυμίζει νοσταλγικά έναν πλανήτη όπως δεν τον γνωρίσαμε, να νοιώσει ξανά και ο ίδιος μέρος και τμήμα της φύσης. Αναπόσπαστο στοιχείο της θάλασσας και της άμμου, κομμάτι του δέντρου και του χώματος. Να αφήσει πίσω του καθετί κατασκευασμένο και να αφεθεί στην ομορφιά της απλότητας, στη μυρωδιά του πεύκου και στην αντίθεση του πράσινου της στεριάς με το γαλάζιο της θάλασσας. Και τα στοιχεία της φύσης τον υποδέχτηκαν, τον καλωσόρισαν, το δέχτηκαν ξανά ουσιαστικά στις ρίζες του, στην ύλη από την οποία είναι φτιαγμένος, στο προγονικό του σπίτι. Αλλά η φύση είχε ξεχάσει πως πλέον το παιδί της είχε μετασχηματιστεί σε κάτι εγωιστικό, ατομικιστικό, αλλοτριωμένο, ανόητο και χωρίς υπέρβαση αδιάφορο για το ίδιο τον οίκο στον οποίο φιλοξενείται. Γιατί ο καθένας μας σε αυτόν τον πλανήτη φιλοξενούμενος είναι, με διάρκεια ενοικίασης αντίστοιχη με της ζωής μας. Ο πλανήτης υπήρξε πριν από εμάς και θα υπάρξει και αργότερα. Αλλά δυστυχώς η ανθρώπινη μαλακία ξεπερνάει κατά πολύ το μεγαλείο του περιβάλλοντος και κάποτε θα τιμωρηθούμε για αυτό και θα είναι ότι ακριβώς θα μας αξίζει.





Οι φωτογραφίες είναι από το πρώτο πόδι Χαλκιδικής, εκεί που αμέριμνοι, νηφάλιοι και γεμάτοι ραστώνη κατασκηνωτές αποφασίζουν να τροποποιήσουν λιγάκι την αισθητική της φύσης και να προσθέσουν πινελιές αντίστοιχες με τα μούτρα τους.
   

Σάββατο 15 Αυγούστου 2015

Η ΟΜΟΡΦΙΑ ΤΗΣ ΑΠΛΟΤΗΤΑΣ

Έτυχε προχτές το απόγευμα να βρίσκομαι στα μαζέματα μιας λαϊκής αγοράς. Ξέρετε εκείνη τη στιγμή στην οποία ο δήμος προσπαθεί να συμμαζέψει ότι έχει απομείνει από τα προϊόντα που πάνω στη βιασύνη και την ενεργητικότητα της ημέρας έπεσαν στους δρόμους, τότε που άνθρωποι πεινασμένοι προσπαθούν να περισυλλέξουν κάποια ντομάτα ή ένα ροδάκινο, κάτι που να τρώγεται και το οποίο ξεχασμένο βρίσκεται σε μια καλή σχετικά κατάσταση για να επιτρέψει τη βρώση του, τότε που οι παραγωγοί εξαντλημένοι από την ταλαιπωρία της ημέρας, ιδρωμένοι και αποκαμωμένοι από την ανάγκη τους να πωληθεί το προϊόν, αρχίζουν να διαλύουν τους πάγκους και τις ομπρέλες, να τοποθετούν τα καφάσια στο φορτηγάκι τους και όλα αυτά μέχρι την επόμενη ημέρα όπου θα ξαναστήσουν το μετακινούμενο μαγαζάκι τους.
Αυτό που με εντυπωσίασε, προφανώς γιατί δεν έτυχε ποτέ να το προσέξω και να αφοσιωθώ οπτικά και συλλογιστικά σε μια τέτοια εικόνα ή επειδή δε μπήκα στη διαδικασία να σκεφτώ πως ο κάθε πάγκος δε μεταφέρεται αυτόματα αλλά ακολουθείται μια διαδρομή στην κατασκευή του, ήταν η σειρά, η διαδοχή, η οργάνωση, η λεπτομέρεια, η σωματική δύναμη και η ομορφιά της απλότητας που χαρακτηρίζουν κάτι τόσο καθημερινό μα συνάμα πολύπλοκο για εμένα τον αδαή.
Πως ένα άδειο φορτηγάκι γέμιζε σταδιακά και μεθοδικά, και κάθε κουτί έμπαινε σε μια δική του θέση, κάθε βίδα χαλάρωνε και απελευθέρωνε καδρόνια με συγκεκριμένο τρόπο, το βουρτσάκι με ιδιαίτερο τρόπο σκούπιζε το καραβόπανο και εκείνο τυλίγονταν με μια επιμελώς συντονισμένη κίνηση των δύο χεριών, πως καλυπτόταν κάθε κενό για να μετατραπεί σε μεικτό βάρος στο φορτηγάκι, πως αποσυνδέονταν η ομπρέλα η τόσο ωφέλιμη για να αντέξει κάποιος τόσες ώρες κάτω από την πύρινη ανάσα του ήλιου.
Κάθε συντονισμένη κίνηση από έναν άνθρωπο, όχι αυτιστικά επαναλαμβανόμενη αλλά οργανωτικά λειτουργική, έναν άνθρωπο κουρασμένο σωματικά ο οποίος όμως έβγαζε μια αίσθηση ευθύνης και ικανοποίησης στο πρόσωπό του. Και το κουράγιο και η εσωτερική ενεργητικότητα εκεί, μελετημένες κινήσεις, με κατάλληλο χρονισμό και αλληλοδιαδοχή, σαν χορευτικές φιγούρες που κάποτε είχαν μαθευτεί και τώρα πραγματοποιούνται αυτόματα. 
Μέσα στον κυκεώνα αυτών των προσωπικών σκέψεων ο χρόνος να κυλάει και ο δρόμος να απομένει άδειος, μετά από τούτη την πρωτόγνωρη ιεροτελεστία για μένα, το φορτηγάκι να απομακρύνεται ηχηρά και μία πεσμένη και πατημένη ντομάτα να θυμίζει ότι πριν λίγες ώρες υπήρχε εκεί ζωή, φωνές, πατήματα και μετά, το τέλος, η περισυλλογή και η συλλογή και το ραντεβού της επόμενης φοράς ίσως και στην ίδια γωνιά του δρόμου.